Μήπως δεν φταίει το αλάτι;
Οι ιατρικές έρευνες έχουν την τιμητική τους σε αυτό εδώ το blog. Κάποιες από αυτές έχουν ουσία πέρα από κάθε αμφιβολία, κάποιες όμως όπως η σημερινή δεν καταφέρνουν να πείσουν τον απαιτητικό αναγνώστη! Έτσι λοιπόν διάβασα ότι:
Η μείωση της κατανάλωσης αλατιού ίσως τελικά δεν είναι τόσο επωφελής για την καρδιά, καθώς μια νέα έρευνα διαπίστωσε πως μπορεί μεν αυτή η μείωση να κάνει καλό στην αρτηριακή πίεση του αίματος, όμως μπορεί παράλληλα να αυξήσει το επίπεδο της χοληστερόλης, των λιπιδίων και των ορμονών του αίματος, παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου.
Έτσι, σύμφωνα με την μελέτη, οι καλές και οι κακές συνέπειες από την μείωση του αλατιού μπορεί να εξισορροπούνται, με συνέπεια όχι μόνο κανείς να τρώει ανάλατα φαγητά, αλλά επιπλέον να μην προκύπτει κάποιο ουσιαστικό όφελος για την καρδιά του.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Δρ Νιλς Γκράουνταλ του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Κοπεγχάγης, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο επιστημονικό έντυπο American Journal of Hypertension, έρχονται να προστεθούν σε μια σειρά πρόσφατων μελετητών που έχουν αμφισβητήσει τα θεωρούμενα ως δεδομένα μακροπρόθεσμα οφέλη της δραστικής μείωσης του αλατιού στη διατροφή μας.
Τον περασμένο Ιούλιο, μια συγκριτική ανάλυση επτά μελετών πάνω στο ζήτημα, η οποία δημοσιεύθηκε στην Cochrane Library, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μια μέτρια μείωση στην κατανάλωση αλατιού δεν μειώνει καθόλου τον κίνδυνο ενός ανθρώπου να πεθάνει ή να εκδηλώσει καρδιαγγειακό πρόβλημα.
Οι Δανοί ερευνητές συμφωνούν ότι ήταν πρόωρη η ιατρική σύσταση για μείωση του αλατιού, γιατί, όπως λένε, δεν υποστηρίζεται από τα μέχρι τώρα επιστημονικά στοιχεία. Άλλοι ερευνητές, πιο επιφυλακτικοί, όπως ο καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Μαϊάμι Τζόσεν Ράϊζερ, ζητούν να υπάρξουν περαιτέρω έρευνες σχετικά με τις συνέπειες του αλατιού και, μέχρι τότε, υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να παραμείνει ως έχει, για προληπτικούς λόγους, η σύσταση περί μείωσης της κατανάλωσης του αλατιού.
Οι Δανοί ερευνητές εξέτασαν τα δεδομένα από 167 μελέτες, στις οποίες οι συμμετέχοντες -άλλοι έτρωγαν πολύ αλάτι και άλλοι λίγο- παρακολουθούνταν κατά μέσο όρο επί ένα μήνα. Όπως διαπιστώθηκε, όσοι κατανάλωναν λίγο αλάτι, εμφάνισαν μικρή μείωση της αρτηριακής πίεσης του αίματος, κάτι που ήταν πιο φανερό σε όσους έπασχαν από υπέρταση και στους οποίους η μείωση του αλατιού επέφερε μεγαλύτερη μέση μείωση της αρτηριακής πίεσης κατά 3,5%.
Όμως, από την άλλη, η μείωση του αλατιού οδήγησε σε μέση αύξηση κατά 2,5% στο επίπεδο της χοληστερόλης και κατά 7% στα τριγλυκερίδια. Αυξήθηκαν επίσης τα επίπεδα των ορμονών που ρυθμίζουν την ποσότητα του αλατιού στον οργανισμό, με συνέπεια να ευνοείται η κατακράτηση του νατρίου και η μη αποβολή του μέσω των ούρων.
Πάντως, οι καρδιολόγοι συνήθως διευκρινίζουν ότι μια διατροφή χαμηλή σε νάτριο δεν πρέπει να ξεπερνά το ενάμισι γραμμάριο την μέρα.
Ο απαιτητικός αναγνώστης μένει με τις εξής απορίες: Πρώτον τι ακριβώς περίμεναν να δουν μέσα σε μόλις ένα μήνα (κατά μέσο όρο) που παρακολουθούσαν τους ασθενείς; Δεύτερον όταν κάποιος κόβει το αλάτι αλλάζει αναγκαστικά διατροφικές συνήθειες, αλλάζει τύπο διατροφής. Κάποια φαγητά που τρώγονται αλατισμένα, απλά δεν μπορείς να τα φας ανάλατα! Οι μελέτες πρέπει να γίνονται συγκρίνοντας όμοιες δίαιτες. Και τρίτον είναι δυνατόν να κόβουμε το αλάτι από όλους σχεδόν τους ασθενείς, τους ηλικιωμένους κλπ χωρίς να υπάρχουν στοιχεία; Ποιός το σκέφτηκε; Πώς επιβλήθηκε;
Πηγή: erevnes.wordpress